Longus 2.1

Post Reply
stephen
Posts: 324
Joined: Wed 19 Jul, 2017 5:17 am

Longus 2.1

Post by stephen » Sun 20 Jan, 2019 6:57 am

{[Ἤδη] δὲ [τῆς ὀπώρας] [ἀκμαζούσης]} καὶ {[ἐπείγοντος] [τοῦ τρυγητοῦ] [πᾶς ἦν]} {[κατὰ] [τοὺς ἀγροὺς] [ἐν ἔργῳ]}: {[ὁ] μὲν [ληνοὺς] [ἐπεσκεύαζεν]}, {[ὁ] δὲ [πίθους] [ἐξεκάθαιρεν]}, {[ὁ] δὲ [ἀρρίχους] [ἔπλεκεν]}: [2] ἔμελέ τινι δρεπάνης μικρᾶς ἐς βότρυος τομὴν καὶ ἑτέρῳ λίθου θλῖψαι τὰ ἔνοινα τῶν βοτρύων δυναμένου καὶ ἄλλῳ λύγου ξηρᾶς πληγαῖς κατεξασμένης, ὡς ἂν ὑπὸ φωτὶ νύκτωρ τὸ γλεῦκος φέροιτο. [3] {[Ἀμελήσαντες] οὖν καὶ [ὁ Δάφνις καὶ ἡ Χλόη] [τῶν αἰγῶν καὶ τῶν προβάτων]}, {[χειρὸς ὠφέλειαν] [ἄλλοις] [μετεδίδοσαν]}. {Ὁ μὲν [ἐβάσταζεν] [ἐν ἀρρίχοις] [βότρυς]} καὶ {[ἐπάτει] [ταῖς ληνοῖς] [ἐμβαλὼν]} καὶ {[εἰς] [τοὺς πίθους] [ἔφερε] [τὸν οἶνον]}: {ἡ δὲ [τροφὴν] [παρεσκεύαζε] [τοῖς τρυγῶσι]} καὶ {[ἐνέχει ποτὸν] [αὐτοῖς] [πρεσβύτερον οἶνον]} καὶ {[τῶν ἀμπέλων] δὲ [τὰς ταπεινοτέρας] [ἀπετρύγα]}. [4] {[Πᾶσα] γὰρ [ἡ κατὰ τὴν Λέσβον ἄμπελος] [ταπεινή]}, οὐ μετέωρος οὐδὲ ἀναδενδράς, ἀλλὰ {[κάτω] [τὰ κλήματα] [ἀποτείνουσα]} καὶ {[ὥσπερ] [κιττὸς] [νεμομένη]}: καὶ {[παῖς] [ἂν ἐφίκοιτο] [βότρυος]} ἄρτι {[τὰς χεῖρας] [ἐκ σπαργάνων] [λελυμένος]}.

2.1 It was now the middle of autumn, and the vintage was close at hand; everyone was in the fields, busily intent upon his work. Some were repairing the wine-presses, others cleaning out the jars: some were weaving baskets of osier, and others sharpening short sickles for cutting the grapes: some were preparing stones to crush those full of wine, others preparing dry twigs which had been well beaten, to be used as torches to light the drawing off of the new wine by night. Daphnis and Chloe, having abandoned the care of their flocks, assisted each other in these tasks. Daphnis carried bunches of grapes in baskets, threw them into the press and trod them, and drew off the juice into jars: while Chloe prepared food for the vintagers, and poured some of the older wine for them to drink, while at the same time she picked some of the lowest bunches from the trees. For all the vines in Lesbos grow low, and are not trained to trees: their branches hang down to the ground, spreading like ivy, so that even a child that is, so to speak, only just out of its swaddling clothes, could reach the grapes.

stephen
Posts: 324
Joined: Wed 19 Jul, 2017 5:17 am

Re: Longus 2.1

Post by stephen » Fri 01 Feb, 2019 4:15 am

{[Ἤδη] δὲ [τῆς ὀπώρας] [ἀκμαζούσης]} καὶ {[ἐπείγοντος] [τοῦ τρυγητοῦ] [πᾶς ἦν]} {[κατὰ] [τοὺς ἀγροὺς] [ἐν ἔργῳ]}:

{[ὁ] μὲν [ληνοὺς] [ἐπεσκεύαζεν]},
{[ὁ] δὲ [πίθους] [ἐξεκάθαιρεν]},
{[ὁ] δὲ [ἀρρίχους] [ἔπλεκεν]}:

[2] ἔμελέ τινι δρεπάνης μικρᾶς [ἐς βότρυος τομὴν]
καὶ ἑτέρῳ λίθου θλῖψαι τὰ ἔνοινα τῶν βοτρύων δυναμένου
καὶ ἄλλῳ λύγου ξηρᾶς πληγαῖς κατεξασμένης, ὡς ἂν ὑπὸ φωτὶ νύκτωρ τὸ γλεῦκος φέροιτο.
[3] {[Ἀμελήσαντες] οὖν καὶ [ὁ Δάφνις καὶ ἡ Χλόη] [τῶν αἰγῶν καὶ τῶν προβάτων]},
{[χειρὸς ὠφέλειαν] [ἄλλοις] [μετεδίδοσαν]}.
{Ὁ μὲν [ἐβάσταζεν] [ἐν ἀρρίχοις] [βότρυς]}
καὶ {[ἐπάτει] [ταῖς ληνοῖς] [ἐμβαλὼν]}
καὶ {[εἰς] [τοὺς πίθους] [ἔφερε] [τὸν οἶνον]}:
{ἡ δὲ [τροφὴν] [παρεσκεύαζε] [τοῖς τρυγῶσι]}
καὶ {[ἐνέχει ποτὸν] [αὐτοῖς] [πρεσβύτερον οἶνον]}
καὶ {[τῶν ἀμπέλων] δὲ [τὰς ταπεινοτέρας] [ἀπετρύγα]}.

[4] {[Πᾶσα] γὰρ [ἡ κατὰ τὴν Λέσβον ἄμπελος] [ταπεινή]}, οὐ μετέωρος οὐδὲ ἀναδενδράς, ἀλλὰ {[κάτω] [τὰ κλήματα] [ἀποτείνουσα]} καὶ {[ὥσπερ] [κιττὸς] [νεμομένη]}: καὶ {[παῖς] [ἂν ἐφίκοιτο] [βότρυος]} ἄρτι {[τὰς χεῖρας] [ἐκ σπαργάνων] [λελυμένος]}.

stephen
Posts: 324
Joined: Wed 19 Jul, 2017 5:17 am

Re: Longus 2.1

Post by stephen » Fri 01 Feb, 2019 6:49 am

[Longus2.1.4 [Pair [G [1 Πᾶσα] [D γὰρ] [2 ἡ κατὰ τὴν Λέσβον ἄμπελος] [3 ταπεινή,]] [S [1 οὐ μετέωρος οὐδὲ ἀναδενδράς,]]] [Pair [G [D ἀλλὰ] [1 κάτω] [2 τὰ κλήματα] [3 ἀποτείνουσα]] [S [D καὶ] [1 ὥσπερ] [2 κιττὸς] [3 νεμομένη:]]] [Pair [G [D καὶ] [1 παῖς] [2 ἂν ἐφίκοιτο] [3 βότρυος]] [S [D ἄρτι] [1 τὰς χεῖρας] [2 ἐκ σπαργάνων] [3 λελυμένος.]]]]

Image

Post Reply